Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2007

Santiago Roncagliolo, Pudor



(Μόνο για ισπανομαθείς, αφού το βιβλίο δεν κυκλοφορεί στα ελληνικά)

Τίτλος: Pudor (Αιδώς)
Συγγραφέας: Santiago Roncagliolo
Εκδόσεις: Alfaguara
Χώρα: Ισπανία
Χρον. έκδοσης: Ιανουάριος 2005
Σελ.: 182


Ο Αλφρέδο μαθαίνει απ’ το γιατρό του ότι του μένουν μόλις έξι μήνες ζωής ακόμα. Ξέρει ότι πρέπει να μιλήσει στη γυναίκα του για την κατάστασή του, αλλά η κατάλληλη ευκαιρία δεν λέει να βρεθεί. Η γυναίκα του από την άλλη, η Λούσι, φαίνεται να περνά μια περίοδο ανανέωσης, με αφορμή κάτι ραβασάκια που βρίσκει στα πιο απίθανα σημεία – στην τσάντα της, στις τσέπες των ρούχων της – και στα οποία κάποιος κρυφός της θαυμαστής της κλείνει διάφορα ραντεβού μόνο και μόνο για να τη δει και να ηδονιστεί με την παρουσία της. Εκείνη, παρά τους αρχικούς της δισταγμούς, τελικά υποκύπτει στη γοητεία του αγνώστου και συμμετέχει στο παιχνίδι. Ο Σέρχιο, ο μικρός γιος της οικογένειας, μιλάει με τους νεκρούς και τα φαντάσματα, η Μαριάνα, η αδερφή του, υποφέρει απ’ τις αβεβαιότητες που γεννά η εφηβεία. Ο παππούς, μετά το θάνατο της γιαγιάς, στρέφεται προς το παρελθόν. Ο γάτος της οικογένειας, επίσης έχει προβλήματα: θέλει να ζευγαρώσει. Μια μυρωδιά τον βασανίζει και τον σπρώχνει να κάνει ένα σωρό ζημιές και αταξίες. Μέσα σ' όλα αυτά ο Αλφρέδο αναζητά τρόπο να έρθει σε επαφή με τους γύρω του για όσο καιρό του απομένει...

Όλοι οι ήρωες της ιστορίας παλεύουν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, όλοι αγαπιούνται, όλοι χάνονται σε φαντασιώσεις και βασανίζονται από κρυφούς πόθους και όλοι παραμένουν τελικά μέχρι τέλους μαζί και μόνοι.


(Μια πρόχειρη μετάφραση της πρώτη σελίδας του βιβλίου):

Το πρώτο φάντασμα του παρουσιάστηκε τη μέρα που πέθανε η γιαγιά, στο νοσοκομείο. Η γιαγιά βρισκόταν εκεί ήδη εδώ και δυο βδομάδες και κάθε απόγευμα ο Σέρχιο, η Μαριάνα και η μαμά τους πήγαιναν να την επισκεφτούν. Συνήθιζαν να μιλούν πολύ για όλα εκείνα τα ωραία πράγματα που έλεγαν πως θα έκαναν όταν θα έβγαινε απ’ το νοσοκομείο. Αλλά η γιαγιά, μ’ εκείνα τα σωληνάκια στη μύτη και στο στόμα της, δεν μπορούσε να μιλήσει. Ούτε ν’ ακούει φαινόταν. Ο Σέρχιο δεν καταλάβαινε γιατί πήγαιναν. Ήταν σαν να μιλούσαν στο άδειο κρεβάτι.
Εκτός αυτού, ο μπαμπάς είχε υποσχεθεί στον Σέρχιο ότι θα τον πήγαινε στον Ντίσνεϊ. Αλλά μέχρι να νιώσει καλύτερα η γιαγιά δεν μπορούσαν να πάνε. Κάθε απόγευμα, με το που έφταναν, ο Σέρχιο ρωτούσε τη γιαγιά γιατί δεν γινόταν καλά για να πάνε επιτέλους στον Ντίσνεϊ. Και την ικέτευε να γιατρευτεί γρήγορα – σε παρακαλώ, σε παρακαλώ. Τότε η μαμά γελούσε τόσο δυνατά, που θαρρείς και θα έσπαγαν τα τζάμια στα παράθυρα. Και ξανάλεγε στη γιαγιά πόσο καλά έδειχνε. Ύστερα, όταν έμεναν μόνοι τους, τον μάλωνε. Προφανώς η μαμά δεν ήθελε να πάει στον Ντίσνεϊ. Ούτε κι η Μαριάνα, που κάθε φορά που πήγαινε στο νοσοκομείο έμενε σιωπηλή, μουτρωμένη και με τα χέρια σταυρωμένα. Αν και, αν το καλοσκεφτείς, η Μαριάνα πάντα έτσι ήταν.
Την τελευταία μέρα, ένας γιατρός τους είπε ότι δεν μπορούσαν να δουν την ασθενή. Ύστερα, πήρε παράμερα τη μαμά και της είπε διάφορα που ο Σέρχιο δεν μπόρεσε ν’ ακούσει. Η μαμά επέστρεψε λίγο αργότερα. Έδειχνε ανήσυχη. Είπε ότι έπρεπε να αγοράσει κάτι φάρμακα και άφησε τα παιδιά στο διάδρομο. Μόλις έφυγε, η Μαριάνα είπε ότι είχε κάτι δουλειές να κάνει.
-Πού πάς; - τη ρώτησε ο Σέρχιο.
-Και τι σε νοιάζει εσένα; - απάντησε η Μαριάνα.
-Θα το πω στη μαμά.
-Μην τη λες «μαμά». Εσύ είσαι υιοθετημένος.
-Ψέματα!
-Αλήθεια. Σε βρήκαμε μέσα σε μια σακούλα σκουπιδιών, δίπλα στο σπίτι. Και μπορούμε να σε ξαναστείλουμε εκεί.


Γεννημένος στη Λίμα το 1975, ο Santiago Roncagliolo έχει ζήσει στο Μεξικό, στο Περού, στην Ισπανία κι έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος, σεναριογράφος και μεταφραστής. Το μυθιστόρημά του με τίτλο Abril Rojo (Κόκκινος Απρίλης), που έχει κερδίσει το βραβείο Alfaguara, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτης.

Αν σας ενδιαφέρει, περισσότερα στοιχεία μπορείτε να βρείτε στη σελίδα http://www.alfaguara.santillana.es/index.php?s=libro&id=979

Δεν υπάρχουν σχόλια: